|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγκρουσιακός? — — ένοχος — ξώρραφος — κονφεττί — ωτολογικός — ξεσκίζομαι — μηνιάτικος — χειραφεσία — ανεμότρατα — διαστημόμετρο — καρδιακός — χαζαμάρα — τσιμεντοκονίαμα — εξωτικιά — άναρχος — νεφελοειδής — δάφνη — αστέρινος — υμνολόγος — θρήσκα — μονογραφή — επιγραφοποιία |
|||