|
το метео. нефоскоп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нефоскоп? — νεφοσκόπιο как с (ново)греческого переводится слово νεφοσκόπιο? — нефоскоп — σταλαγματιά — διατετιμημένος — αποδίδουσα — δρεπανίζω — σελέμισσα — συγύρι — φωτογένεια — αναχόρταγος — βότσαλο — ψηφοθηρώ — αεραντλία — Ελβετίδα — δισκόφρενο — ανάμελος — δισάκκι — αγριοκάτσικο — φέρνω — ισοσκέλιση — λάκκη — ονομαστί — κούτρουβάλιασμα |
|||