|
το бедняжка, бедняга #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бедняжка? — φτωχούλικο как на (ново)греческом будет слово бедняга? — φτωχούλικο как с (ново)греческого переводится слово φτωχούλικο? — бедняжка, бедняга — κομιστηκά — αποθέωση — θείος — αρχαϊστής — φαγγρίζω — διακλαδώνομαι — μοντερνιστικός — ζούλια — ανακαίω — γαλίφικος — σουηδέζικος — τρουχίζω — κρινάκι — ποντοπόρος — πατριαρχεία — καρδιόπονος — μαρμάγκα — αναδιαπαιδαγωγώ — ανακραυγάζω — χρωματιστικός — υστεροσκόπηση |
|||