Новогреческий словарь
αμβονας
αμβονας
ο церк.
амвон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амвон
? —
αμβονας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αμβονας
? — амвон
#
(ново)греческий словарь
—
δίπλινθος
—
αφρόψαρα
—
χορδίζω
—
αγγειογράφημα
—
σιωπή
—
δισθενής
—
καταστρέφομαι
—
συνέντευξη
—
ανάζωστος
—
βωλογύρνω
—
εικονοκλάστης
—
αρχιτεκτονική
—
αμαγγάνιστος
—
υδροπονικός
—
αγδίκιωτος
—
εθναρχικός
—
μουδιάστρα
—
φαμέλιος
—
σαπωνοποιώ
—
απόπτυση
—
διαμφισβητούμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве