|
η рассол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рассол? — άρμη как с (ново)греческого переводится слово άρμη? — рассол — τσίμπημα — σαραντάρισσα — χυλοποιώ — ήγγειλα — αδίκημα — ακροβατισμός — παρεκκλήσιο — μένω — εμβρυουλκός — δενδρόβιος — αξάφνιαστος — εκτιμητής — γιαγιάκα — δρεβενίτσα — ψυχροβαφής — ανάμερος — βίσεκτος — πνίξιμο — υπερβαίνω — νεροπότηρο — αποπλανώ |
|||