|
το надставка, надставленный кусок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово надставка? — παρέκταμα как на (ново)греческом будет слово надставленный кусок? — παρέκταμα как с (ново)греческого переводится слово παρέκταμα? — надставка, надставленный кусок — τυρόγαλο — μικρομέγαλος — ερμηνευτικά — ωογονία — ξενερίζω — διαπασών — μεθοδολογικός — λαγόχειλο — σιδηροκατασκευή — αποστρατιωτικοποίηση — αγροχαλά — διαρμίζομαι — βιβλιεκδότις — εύνους — ηπιότητα — χειροβολώ — οφθαλμόλουτρο — χαρακτός — ομολογιούχος — στρατοκρατικός — υδρογόνωση |
|||