|
ο отшельник, затворник, анахорет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отшельник? — αναχωρητής как на (ново)греческом будет слово затворник? — αναχωρητής как на (ново)греческом будет слово анахорет? — αναχωρητής как с (ново)греческого переводится слово αναχωρητής? — отшельник, затворник, анахорет — παρασκεύασμα — κατηγορία — βαναυσούργία — εκφορτώνω — αλλομα — πυξιδοθήκη — αντανακλώ — ημεραλωπία — ζαχάριασμα — μακιγιαρισμένος — θλίβω — μαλακαίνω — κόσκινο — διημερεύων — απόγειο — ιδρυματισμός — έκθετο — σκοπιωρός — διοπτικός — επιστρόφια — σύμφωνα |
|||