|
подметать, мести #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подметать? — φροκαλίζω как на (ново)греческом будет слово мести? — φροκαλίζω как с (ново)греческого переводится слово φροκαλίζω? — подметать, мести — γόβάκι — αγδίκιωτος — κληδονίζω — ενβεκάγωνον — χιονοδρομία — γύλος — στριφογυρίζω — φωλιάζω — αποστακτήρας — λιμάρικος — διουρητικός — άγενος — λιθοθρυψία — ποτέ — κρίμα — ακαβούρδιστος — διασκέλισμα — απρόσκλητος — ανάκαρα — αεραντλία — δασύλλιο |
|||