Новогреческий словарь
ενδρομίς
ενδρομίς
(-ίδος) η воен.
сапог
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сапог
? —
ενδρομίς
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδρομίς
? — сапог
#
(ново)греческий словарь
—
οικοσημολογία
—
σχόλασμα
—
δαιδαλώδης
—
αδιακωμώδητος
—
υδρωπίκιασμα
—
Φλαμανδός
—
αθερμομέτρητος
—
πατροκτονία
—
ασυγχρόνιστος
—
βρομίζω
—
αμπελήσιος
—
ακλουθώ
—
ξιφασκία
—
πτόηση
—
ηγεμονόπαιδο
—
αλαφροκέφαλος
—
υδροπτέρυγο
—
νομάρχης
—
τρόχος
—
αγγελολογία
—
αφιλοκερδής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве