|
запятнанный, запачканный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запятнанный? — λεκιασμένος как на (ново)греческом будет слово запачканный? — λεκιασμένος как с (ново)греческого переводится слово λεκιασμένος? — запятнанный, запачканный — αρμάτα — γυναικάκι — αναγωγή — παπαγαλισμός — αχλωροφυλλία — ασβέστι — οστεώδης — καλοπέφτω — δημητριακός — αραβούργημα — καμπαέτι — δασύς — υστέρα — αντισμήναρχος — μυστικοσυμβούλιο — πυρηνοκίνητος — δικτατορία — αλλότροπο — ακρόπολη — βεργινάδα — πορτογαλλικός |
|||