|
το хим. сахароза #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сахароза? — μελιτοσάκχαρον как с (ново)греческого переводится слово μελιτοσάκχαρον? — сахароза — πολύεδρο — ασκόνταφτος — προσαρμόζομαι — κτενοποιός — κατοστάρικο — γελοιογράφος — κτηνοτρόφος — αγαθιάρης — αιχμαλωτίζω — ακτινοβολώ — δυσλεξία — αξέφευγος — τσάπισμα — εκκένωση — αντεπαναστατικώς — καλοβαλμένος — βραδυγλωσσία — διπλότυπος — εμπορεύσιμον — τρώγω — αριδιάζω |
|||