|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δασοσκεπής? — — ντολμαδάκι — καφεστιατόριο — ανάληψη — οργανώνω — γλωσσικός — αιμολυτικός — πάτωμα — τομάρι — σοσιαλιστικός — λεμοναδούλα — γυναικοφοβία — μολυβδοσφράγιστος — κλωσμός — στηθοσκοπώ — αρμενική — βλεφαρόπτωση — πεντηκοστός — στραβάδι — ανάγραπτος — εγκατάλειψη — υπέστην |
|||