|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιτιολογημένος? — — νυχτοπερπατάω — συμπύρηνος — βιβλιοχορτοπωλείο — περίφρακτος — διαίσθηση — σκοπιμότητα — μιστωτός — ναζιστικός — εξηγιούμαι — ξεκούραση — σπιθίζω — κοκοστομαχώ — σουρομαλλιάζω — εντοιχίζω — ψευτογιατρός — απόσκοτος — ταπητουργείον — στεγανοποιώ — πλόκαμος — σημείον — λυκαυγές |
|||