Новогреческий словарь
αγροφύλακας
αγροφύλακας
ο
полевой сторож
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полевой сторож
? —
αγροφύλακας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγροφύλακας
? — полевой сторож
#
(ново)греческий словарь
—
προεικασία
—
προσβασιμότητα
—
λουρίδα
—
μαζός
—
χρονοφωτογράφος
—
αγάς
—
καμποχώρι
—
ανεμπόδιστος
—
εκμεταλλεύτρια
—
όμιλος
—
ερήμαγμα
—
στανταρτοποιώ
—
παραπέμπω
—
σμαραδόχρους
—
λεωφορειάκι
—
αριστοτεχνικότητα
—
χρυσόδετος
—
μασκάρω
—
βελούδινος
—
μπιστοσύνη
—
γκλαβανή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве