|
(αόρ. έκτεινα) убивать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово убивать? — κτείνω как с (ново)греческого переводится слово κτείνω? — убивать — αποδόσιμος — εφτακοσαριά — ακροαστικός — σούζο — λειβάδι — παρτσινέβελος — αναταραγμός — δανειστής — χαρτομανής — αποσχίζω — περιπλανιέμαι — μάργαρο — τριτότοκος — αποκλαίω — οπτασιάζομαι — εξοδεύομαι — ευφλεκτότητα — κυλάω — ξύλινος — μιγάς — τεσσαροκάντουνος |
|||