|
натощак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово натощак? — αγευστί как с (ново)греческого переводится слово αγευστί? — натощак — γρασιδότοπος — ξενοκρατούμενος — αβανταδόρικος — ξεμωραίνομαι — παραέχω — μουζίκος — τυχοδιώκτρια — μυστρί — ξενομερίτης — ελκυσμό — λινάτσα — αποκατασταίνω — ανεμοτρεφής — τρομπλονιστής — μητριαρχία — συκομορέα — φυτεύω — δεντρούλι — οκταφωνία — ανθιστάμενος — αποτεμαχισμός |
|||