|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγρονομικός? — — περικάλυμμα — πάλλευκος — τάλιρο — κατερειπώνω — ποίμνιο — εθνοσωτήριος — συλληπτήριος — διαστρεβλωτικός — πελότα — ξένος — αποκορυφώνομαι — τυλιγμένος — παραμάνα — γυναικίσιος — ζωεμπορία — χρηματοφυλάκιο — ασφάλεια — δυσπορηγόρητος — ψείρα — αποσάρωμα — κυμαινόμενος |
|||