|
скатываться, спускаться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скатываться? — αποκυλιέμαι как на (ново)греческом будет слово спускаться? — αποκυλιέμαι как с (ново)греческого переводится слово αποκυλιέμαι? — скатываться, спускаться — αλαζονικός — θές — αναισθητίαση — χωριατοφάσουλο — νοικάτορας — εξάποδα — μαξούλι — ξεπικρίζω — μεταβαπτίζω — όρος — απολεστικός — ετοιμάζω — γουρούνι — αναδιπλασιασμός — θολωτός — στοιχειοθέτηση — αμπραγιάζ — σαγηνευτής — σμιλάρι — μαύρισμα — απομαχικός |
|||