ανοφθαλμία

формы словаβ
ανοφθαλμία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ανοφθαλμία? —


νοικοκυροσύνηαζευγάριστοςμισοσκόταδοαναγερτάσκουπιδιάρηςφωτοβόλοςδιατριβήνυχθημερόνάπλακλώσσαελληνόφωνοςσυνάντησηπαζάρευμακορδελλούμπροςαμπελοκλαδευτήςδυασμόςηλεκτρόδιοασκαλαβώτηςπροτινόςπροκάθημαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit