Новогреческий словарь
χειρομαλάζω
χειρομαλάζω
массировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
массировать
? —
χειρομαλάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
χειρομαλάζω
? — массировать
#
(ново)греческий словарь
—
λυκαυγές
—
δινώ
—
αρχαιολάτρισσα
—
θρέψιμο
—
υδροχόος
—
τρίπτυχο
—
σολέας
—
αμυαλιά
—
ανδρώνας
—
ορθολογίστρια
—
βουτσινάς
—
κτηνοβατώ
—
μονοσήμαντος
—
ασυλλογισία
—
περιποίηση
—
ατύλικτος
—
καψίδι
—
ψεκαστικός
—
τρωτό
—
ξεφλουδίζομαι
—
λεμονύς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,