|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μητερούλα? — — βιοπορισμός — γυριστής — ακέντρωτος — ασωτία — λαύρα — αεροναυτικός — ταμαχιάρης — γαρμπής — κυμβαλίστρια — σάλπισμα — συνδιδασκαλία — ξενοτροπία — εξέθεσα — λάμδα — στεριά — ισοδυναμώ — παρελκόμενο — διασταλάζω — ξέβγασμα — καβουράκι — τέμπλο |
|||