|
правильный; законный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово правильный? — δικαιωματικός как на (ново)греческом будет слово законный? — δικαιωματικός как с (ново)греческого переводится слово δικαιωματικός? — правильный, законный — εξόμφαλος — γαιομισθωτής — πλακοστρώνω — καλλιτέχνις — μπετόν — ουρανοβάτης — προνοητικότητα — πλοιοκτησία — γένος — ενοχοποιώ — ερμαφροδιτισμός — απεριόριστο — τρύπησις — πίκρισμα — αίνιγμα — ασύμπλεκτος — επισήμασμα — κάτσιασμα — φιλάδελφος — γλυκερινικός — θανά |
|||