|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λεσιάρης? — — πιστοδότης — επικρούω — ανεπίτευκτος — ηχογραφώ — αβάκιον — ιατρόσημο — θρομβίνη — διαβολικότητα — μικράκι — αντλία — σπερματίς — ναρκομανία — σπουδαιολογώ — άκακα — κολαστικός — αφερματίζω — μισογύνης — κρυσταλλολυχνία — ρόδιος — ακτινογραφώ — κούλια |
|||