|
провожать (на вокзал и т. п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово провожать? — ξεπροβοδίζω как с (ново)греческого переводится слово ξεπροβοδίζω? — провожать — πόταμος — πλάτος — πεζοναύτης — λήσταρχίνα — ακριτόμυθος — μουγκανητό — κορασιά — βαθύτητα — συρματοποιία — κρασοπίνας — κοιλαίνω — κωδικοποιούμαι — ολόγυμνος — επίμοχθος — απολυτρωτικός — εύγραμμος — εδεπά — αμφιδέτησις — προπληρωμή — φυλασσόμενος — υποφαινόμενος |
|||