|
ο оптовый торговец бакалейными товарами #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово оптовый торговец бакалейными товарами? — χοντρομπακάλης как с (ново)греческого переводится слово χοντρομπακάλης? — оптовый торговец бакалейными товарами — γιατροπόρεμα — αδιβόλητος — χαρτοβιβλιοπωλείο — αρμπακανέλλα — εγκεφαλομυελίτιδα — πρότυπος — στραβοκοιτάζω — χρησιμοθηρία — εσχατιά — γάσα — ζωοκόμος — λεμφοκυττάρωση — ολονέν — ριζόγαλο — άπας — ψαρού — επιπεφυκίτιδα — κατατέμνω — πασσαλώνω — σιδηροπαγής — ραδιοτηλεγραφικός |
|||