Новогреческий словарь
πλευροκόπηση
πλευροκόπηση
η воен.
фланговый удар
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фланговый удар
? —
πλευροκόπηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλευροκόπηση
? — фланговый удар
#
(ново)греческий словарь
—
ανοσιουργία
—
ακονόλιθος
—
αξετασιά
—
ακαρτερησία
—
μεταβιβάζω
—
πεντηκοντούτις
—
διορθωτής
—
κρανιομετρικός
—
ψυχοδραματικά
—
ωμοπλατιαίος
—
εξορύσσω
—
συντέμνω
—
φρασεολογία
—
προφορά
—
χρυσόστομος
—
εμπειροτέχνις
—
δολισμός
—
εκβίασμός
—
κυνοπίθηκος
—
άκαρδος
—
εβδομηκοντοετία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве