|
η игла для сшивания парусов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово игла для сшивания парусов? — αρμενοβελόνα как с (ново)греческого переводится слово αρμενοβελόνα? — игла для сшивания парусов — νομολογικός — εκκυβεύω — γοργόπτερος — ραδικί — μαγνησιούχος — λαχειοφόρος — απάνθηση — ενώτιο — καπνοσύριγγα — ξαναμοιράζω — χαριτολογώ — αποκαπνίζω — θιά — μεταξένιος — γαϊτανωτός — λευκοπελαργός — επιπλοκή — ανεμώνα — αλληλοφονία — δεσποσύνη — Σουηδή |
|||