Новогреческий словарь
κροκοδείλιος
κροκοδείλι|ος
крокодиловый
;
===
~ια δάκρυα — крокодиловы слёзы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крокодиловый
? —
κροκοδείλιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
κροκοδείλιος
? — крокодиловый
#
(ново)греческий словарь
—
τουμπακοτσάμπουνα
—
σοβάς
—
αμομφος
—
συμπυκνωτικός
—
υλικός
—
εύνοια
—
δολιχοκρανία
—
κατηχητικός
—
κορυφώνω
—
αχύλωτος
—
προσλαμβάνομαι
—
σπλάχνος
—
ψυχομαραίνομαι
—
παρορμάω
—
κολληγιάζω
—
αποδεκάτευση
—
καταχρώμαι
—
εκπόρνευση
—
σησαμοπολτός
—
απαράδεκτος
—
κατακλυσμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве