Новогреческий словарь
αντανακλαστικό
αντανακλαστικό
το
рефлекс
;
εξαρτημένα ~ά — условные рефлексы
;
μή εξαρτημένα ή απόλυτα ~ά — безусловные рефлексы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рефлекс
? —
αντανακλαστικό
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντανακλαστικό
? — рефлекс
#
(ново)греческий словарь
—
ριζοκόπος
—
κατάπλατα
—
απόκρουση
—
κατσαμακλού
—
αιχμάλωτος
—
αρχαία
—
ανεμοκαύκαλος
—
θεοδολίτιο
—
υφαιρώ
—
τουμπάρω
—
σεπτεμβριανά
—
απαλλοτριωθείς
—
συνειρμός
—
δόμος
—
συνωμότισσα
—
δελφινιέρα
—
μάξι
—
φαλαινοθηρικό
—
τσιτσίρισμα
—
σάχλας
—
κατεργάσιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве