|
аристократический; ~ή συνοικία — аристократический квартал #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аристократический? — αριστοκρατικός как с (ново)греческого переводится слово αριστοκρατικός? — аристократический — ισάξια — επωάζομαι — μερακλώνω — ψυχρήλατος — εγκυκλοπαιδικότητα — χυδαιοποιώ — τρύπησις — φλέμα — διαδόσιμος — αρκευθίς — χάφτης — πασσαλοσανίδα — προσανατολιστικός — υπερατλαντικός — πορνογραφικός — πείσμωμα — μακρόκομος — αμαύρωση — ασπερούγον — αποσυνθέτω — παίς |
|||