|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εθναρχικός? — — αψυχολόγητος — σπερματίας — διάτρηση — τεινεσμός — νήχομαι — βαφτιστίκια — βάγια — διατορώ — αποχοίρωση — αποτειχίζω — βότανο — καταπονητικός — ψυχομετρικός — καστανόχωμα — περιπολικό — ροχθώ — αποκρισιάριος — πεντανόστιμος — πασπάτευμα — βακτηριοκτόνος — της |
|||