Новогреческий словарь
μεσόδρομα
μεσόδρομα
на полпути, посреди пути
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
на полпути
? —
μεσόδρομα
как на
(ново)греческом
будет слово
посреди пути
? —
μεσόδρομα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μεσόδρομα
? — на полпути, посреди пути
#
(ново)греческий словарь
—
αστικοποίηση
—
ανεξόφλητος
—
προΐστιο
—
επάρκεια
—
παραβάλλομαι
—
οληνυχτίς
—
τυποτηλεγραφία
—
ευνοϊκά
—
τέντα
—
σπαρταράω
—
αλέκτωρ
—
στεαρίνη
—
ηλεκτρολυτικός
—
διαβολόπουλο
—
οξυρεγμία
—
ανέντιμος
—
κακοστομία
—
τετραψήφιος
—
σαμουρόγουνα
—
ευθυωρία
—
στενή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,