|
храпеть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово храпеть? — ρογχάζω как с (ново)греческого переводится слово ρογχάζω? — храпеть — μίανσις — Γενάρης — βρεθίκια — ελαφρολόγημα — αρχιεπιστάτισσα — λαμποκοπώ — δεκάρχης — ξελεπίζω — τρόφιμος — παραλλαγμένος — γεύμα — κανονάρχημα — πατριαρχεύω — αποκριάτικος — λυκουρίνος — ψυχρομετρικός — αγιογδύτης — τράβηγμα — παχυλός — ισχνεύω — σκληροκαρδία |
|||