|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυμνόσπερμα? — — λιοτριβιό — σεμνοπρεπής — φρυγάνισμα — αφροντισιά — μορταντέλλα — καμπανιστός — γροθοκοπανιά — ψευδομάχη — ανατομικώς — ακούνητος — παρατυχούσα — πεπτικός — ξιφίας — φούντωμα — γυμνούμαι — κρασοπατέρας — καναπεδάκι — λαγούσα — σουλτανίνα — υστερόβουλος — εμπρός |
|||