λιοκρούγομαι

формы словаβ
λιοκρούγομαι
(αόρ. λιοκρούστηκα) болеть желтухой



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово болеть желтухой? — λιοκρούγομαι
как с (ново)греческого переводится слово λιοκρούγομαι? — болеть желтухой


κοκκινολαίμηςδόμησηψυχεδελικόςνεκροφιλώεκπρόσωποςαξίδιαστοςτραυώμόρικοςεξπρεσσιονιστήςσυγκομίζωνεροκολόκυθοζίγκοςστιχομυθίααποκαταριάεικοσάδραχμοειδοποιητικόςναζιστικάβληματομετρίααναγνώσιμοςχρυσαφένιοςπυροφάνι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit