|
η оправдывание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово оправдывание? — δικαιολόγηση как с (ново)греческого переводится слово δικαιολόγηση? — оправдывание — ασβεστόγουρνα — αλλόδοξος — βρουχίζομαι — τεζαρισμένος — βολονταρισμός — συντυγχάνω — στηθοσκόπηση — υποδηματοκαθαριστής — επιστεφής — ξεροκοκκινίζω — αφού — τακτισμός — κανών — σμύρνα — χειρόβολο — διαλαλήτρια — σκερτσόζικος — αριστεύω — ωτορινικός — αιμορραγικός — φαρμακάδα |
|||