|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διττά? — — αποδοκιμαστέος — πολυπόθητος — υποφερτός — βεζικατόριο — αναγνωστικός — σαλτάρω — βιόλα — επετηρίδα — περίτριμμα — στόμφος — αφέγγαρος — τένοντας — λωποδυτάκος — αράθυμος — φιλύποπτος — αυγοθήκη — επαρκώ — διακρίνομαι — κασιδιάρης — ψευδοσμία — στόλαρχος |
|||