|
бескрылый, не имеющий крыльев #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бескрылый? — αφτέρουγος как на (ново)греческом будет слово не имеющий крыльев? — αφτέρουγος как с (ново)греческого переводится слово αφτέρουγος? — бескрылый, не имеющий крыльев — κούτελο — ματθαιολία — καθόλου — επιδοματούχος — επικόλληση — θαυμαστικό — τολμηρός — παραδίδομαι — εκσάρκωμα — επιφυλλιδογράφος — καμαροφρύδης — ονομαστικό — επονομασία — αφτιάς — λιποναύτης — φορτηγός — ανακαμπτικός — οστεοπόρωση — αηδονώ — πνίξιμο — χαλβατζήδικο |
|||