|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κελαρυστός? — — ωδίνω — παγοκύστη — προικιό — αναβιβασμός — ορφανικός — ουσιαστικά — καθόσο — λογύδριο — αλλιγάτορας — φληνάφημα — Μεξικάνα — σπινθηρισμός — απόγειος — αυλακισμός — απόκαυτρο — ενενηκονταετής — στέλνω — ακοπτος — αργκό — υποσκίασμα — πενταπλασιάζω |
|||