|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανωφερής? — — βαποριά — βουλκάνος — ακούνητος — χαζαμάρα — σουλτάνα — τραγιάσκα — τσιουκάνι — τάξιμο — συνδιαλλασσόμενος — νταμλάς — σκαμπανέβασμα — κατακρήμνισμα — μαθήτρια — προπέλλα — νοικάτόρισσα — αχρεώστητον — τρεμουλιαστός — κωλάδικο — φωτιά — συναρμογή — οικογενειακός |
|||