|
το билет; ~ μέ επιστροφή (или μετ' επιστροφής) — билет туда и обратно; ~ επιστροφής — обратный билет; ~ τού τραίνου — железнодорожный билет; ~ διαρκείας — сезонный билет; ~ δωρεάν — бесплатный билет; ~ θεάτρου — билет в театр; === ~ νοσοκομείου — направление в больницу #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово билет? — εισιτήριο как с (ново)греческого переводится слово εισιτήριο? — билет — νοστιμιά — σελέμικος — χαραξιά — παράσπιτο — άχραντα — ανδρογένεια — αρχοντίζω — διεκδίκηση — λαχτάρα — εδωδιμοπωλείο — μπαλκονάκι — μελύς — γλεντολογάω — δυστυχία — ρινολογία — ανάγυρτος — αναμηρυκαστικός — έμβιος — εμπειρογνώμονας — πλήθιος — αντικλείδι |
|||