|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποφθεγματικά? — — σπιτονοικοκύρης — ατμοπλοϊκώς — φοιτητικός — επιθεωρήτρια — τυροποίηση — ολολυγή — διακυβέρνηση — ακινησία — υβρίζω — χλεμπονιασμένος — ξιφομαχώ — αμαξοστασιάρχης — προσωπικά — φανελλοποιείο — χειροσκοπία — οινοποιία — συγχροτρόνιο — μαντέμι — ουζερί — απολεπτύνω — καζεΐνη |
|||