|
поздно вступивший в брак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поздно вступивший в брак? — οψίγαμος как с (ново)греческого переводится слово οψίγαμος? — поздно вступивший в брак — βενθοπελαγικός — πανάθλιος — μηλιόρα — ηλιόκαυμα — αμπελοκόμος — ανακρεμαστός — ατριγύριστος — ολοσκόρπιστος — γαργαλώ — εισχωρώ — χαλκουργός — ολοκληρωτικώς — ακτινοβολώ — οξύ — σανιδοειδής — υπεραγωγός — ορκοπάτης — εψές — αστράφτω — αδέκαρος — εξιδανίκευση |
|||