Новогреческий словарь
ανιχνευτικό
ανιχνευτικό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανιχνευτικό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σπιουνιάρω
—
απείραστος
—
προαναφερόμενος
—
περόνη
—
ναυαρχώ
—
μένω
—
γρουσούζικος
—
μπλάβος
—
αφικόμην
—
αισχροδικείο
—
παίδευμα
—
χηνώδης
—
ιδιώτης
—
συγκυρία
—
αναγελαστικά
—
αγριότοπος
—
ψίχαλο
—
ασύνδετος
—
χαλβαδοποιείο
—
εκτουρκίζω
—
κρεββατώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве