|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανάγελο? — — αφάνταχτος — κόχλασμα — φωνιατρική — ευδοκία — ταπεινωμένος — μεσοκόβω — μελιγγίτης — μπαγκατέλλα — τρίκρανο — μελανίαση — μέγγενη — αιμάτωμα — απορροφήσιμος — αχτίδα — ρύαξ — αναπωματίζω — ηλιοπληξία — βέβαιον — κερδένω — ίγκλα — λιγοστός |
|||