|
(αόρ. ανταπέδειξα) доказывать обратное #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово доказывать обратное? — ανταποδενκνύω как с (ново)греческого переводится слово ανταποδενκνύω? — доказывать обратное — γλυκοπατάτα — κατασχετήριος — αναδειγμένος — φτυώ — κτιστικά — χειρονομώ — τραγέλαφος — αεροαποβατικός — οινεμπόριον — νομαρχείο — φουλμινάτο — τέμπλον — βροχάδα — δάπεδο — δυσκολοσπόδειχτος — καλησπέρισμα — ιχνηλασία — αντιφεγγίζω — ακροτομία — χρυσαλλίδα — βλακεία |
|||