|
мимический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мимический? — μιμικός как с (ново)греческого переводится слово μιμικός? — мимический — τσουκαλιά — μηλοφόρος — κλονισηκός — αντιπροσαγορεύω — υψίπυκνος — υπωρόφιος — ντιστενγκές — υδρόμελι — νταλοδέρνω — ατιμωρησία — δροσάτος — ξεστήρας — ευσχημοσύνη — γναφείο — ακτινογραφώ — παλαιοχριστιανικός — ασπόνδυλος — αμεταρρύθμιστος — αρχηγεύω — σουρωτός — φορτώνω |
|||