|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ατμοσίδερο? — — χρεωφειλέτης — πολυθεσία — δακρυϊκός — τυπολάτρης — δισκοθήκη — ξαστοχιά — λαγουμιτζής — αναπόδιασμα — εκατονταετία — χύνομαι — ιππότης — αθεράπευτος — μπακάλης — εφηβότητα — αντάρτισσα — αχλεύαστος — επίτροπος — διαβιώ — ζαλιάρης — παυσίπονος — απαραχάρακτος |
|||