|
полный приключений, бурный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полный приключений? — οδυσσειακός как на (ново)греческом будет слово бурный? — οδυσσειακός как с (ново)греческого переводится слово οδυσσειακός? — полный приключений, бурный — υδροπνευματοθώραξ — παλινόρθωση — τρουλλωτός — αξεφύλλιαστος — νεροκουβαλήτρα — ακίνητος — αδιάφθορος — εριουργείο — αναγκάζομαι — λάδι — προπέμπω — ιματισμός — ξέθωρος — αμάτιστος — πάνινος — γλυκί — αντασφάλεια — τρώσις — ανακρίνομαι — μισοχαλασμένος — μαγική |
|||