|
το крахмальный спирт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крахмальный спирт? — αμυλόπνευμα как с (ново)греческого переводится слово αμυλόπνευμα? — крахмальный спирт — ειρκτή — φετινός — αποσαφώ — προσωθώ — αντίον — αλγεβρισμός — προβοδώ — λεβεντομάνα — απαξιωτικός — ευγενόλη — νονά — ασυνειδησία — ακτινοβόλημα — αιμαγγείωμα — φίλτρο — αποστέλλομαι — εμβαίνω — έκπληκτος — ευσταθής — κώχη — ζωολάτρις |
|||